Επήρεια ενδόμυχης επέμβασης στο σώμα,
νέοι που γέρνουν μες στο στρώμα…
Μαζί μας, αποφάσισαν, δεν μένουν!
Μάνα, πατέρας, αδερφός τους περιμένουν…
Δεν έχει ο Χάρης τι να πει, σωπαίνει,
κοιτάζει η Χαρά αν ανασαίνει…
Θυμάται ωραία πως περνούσανε τα χρόνια,
προτού γνωρίσει τη Χαρά μες στην Ομόνοια.
Προτού νομίσει πως τον εαυτό του βρήκε,
ποτέ σε μονοπάτια άγνωστα δεν μπήκε…
Έλεγε πάντα «τι ωραία!»,
«εγώ κι οι φίλοι μου παρέα!»
«Χαρά μου, δεν σ’ αρέσει για να πάμε,
μαζί και με τους φίλους να γυρνάμε;»
«Δεν έχω φίλους», του ’πε εκείνη.
«Εσένα μόνο, κι ό,τι γίνει…»
Κι αφού δεν ψάχνουν άλλους για να βρούνε,
μόνοι τους φεύγουν, να κρυφτούνε…
Εκεί κρυμμένους, στη γωνιά της λύπης,
τους βρήκε η νύχτα να θρηνούν: «ζωή, μου λείπεις!»
Κόσμε που λείπεις, και ζητάς ευθύνες,
πού ήσουν μέρες, εβδομάδες, μήνες;
Τότε που λείπαν τα παιδιά απ’ το σπίτι,
και δεν τα γύρεψε κανείς στην κρύπτη;
Εκεί που κρύφτηκαν, για να μη βλέπουν,
όσα δεν έμαθαν ν’ αντέχουν…
Χαρά κοιμάσαι; Που είναι ο Χάρης;
«Δίπλα μου, ύπνε, να τον πάρεις!»
Μαζί «κοιμήθηκαν» οι δυο τους…
Μαζί θα βλέπουν τ’ όνειρό τους…
Ιωάννης Χριστοδούλου
νέοι που γέρνουν μες στο στρώμα…
Μαζί μας, αποφάσισαν, δεν μένουν!
Μάνα, πατέρας, αδερφός τους περιμένουν…
Δεν έχει ο Χάρης τι να πει, σωπαίνει,
κοιτάζει η Χαρά αν ανασαίνει…
Θυμάται ωραία πως περνούσανε τα χρόνια,
προτού γνωρίσει τη Χαρά μες στην Ομόνοια.
Προτού νομίσει πως τον εαυτό του βρήκε,
ποτέ σε μονοπάτια άγνωστα δεν μπήκε…
Έλεγε πάντα «τι ωραία!»,
«εγώ κι οι φίλοι μου παρέα!»
«Χαρά μου, δεν σ’ αρέσει για να πάμε,
μαζί και με τους φίλους να γυρνάμε;»
«Δεν έχω φίλους», του ’πε εκείνη.
«Εσένα μόνο, κι ό,τι γίνει…»
Κι αφού δεν ψάχνουν άλλους για να βρούνε,
μόνοι τους φεύγουν, να κρυφτούνε…
Εκεί κρυμμένους, στη γωνιά της λύπης,
τους βρήκε η νύχτα να θρηνούν: «ζωή, μου λείπεις!»
Κόσμε που λείπεις, και ζητάς ευθύνες,
πού ήσουν μέρες, εβδομάδες, μήνες;
Τότε που λείπαν τα παιδιά απ’ το σπίτι,
και δεν τα γύρεψε κανείς στην κρύπτη;
Εκεί που κρύφτηκαν, για να μη βλέπουν,
όσα δεν έμαθαν ν’ αντέχουν…
Χαρά κοιμάσαι; Που είναι ο Χάρης;
«Δίπλα μου, ύπνε, να τον πάρεις!»
Μαζί «κοιμήθηκαν» οι δυο τους…
Μαζί θα βλέπουν τ’ όνειρό τους…
Ιωάννης Χριστοδούλου
Έπαινος
ΣΤ' Πανελλήνιος Διαγωνισμός Ποίησης