Σελίδες

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2020

Η καρδιαγγειακή πρόληψη στις μελλοντικές εξάρσεις του κορωνοϊού

Του Γιάννη Γουδέβενου
Καθηγητή στην
Καρδιολογική Κλινική του
Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων

Η καρδιαγγειακή πρόληψη διακρίνεται στην πρωτογενή και δευτερογενή για άτομα χωρίς και με γνωστή καρδιαγγειακή νόσο (ΚΑΝ) αντίστοιχα. Από πλευράς εφαρμογής δε των οδηγιών διακρίνεται σε πληθυσμιακή και εξατομικευμένη. Στην πρώτη ισχύουν οι γενικές οδηγίες όπως αποφυγή καπνίσματος, υγιεινή διατροφή (αποφυγή άλατος, ζάχαρης, λιπαρών, επεξεργασμένων τροφών), μείωση της λήψης θερμίδων για πρόληψη της παχυσαρκίας και άσκηση ή φυσική δραστηριότητα (διάρκειας 30 λεπτών τουλάχιστον πέντε φορές την εβδομάδα).

Αυτά τα μέτρα έχουν σημαντική επίπτωση στη μείωση των ΚΑΠ στο σύνολο του πληθυσμού. Στην εξατομικευμένη εφαρμόζονται μέτρα προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότητες κάθε ασθενούς (δηλαδή, έλεγχος πίεσης, χοληστερίνης, και σύμφωνα με τη νόσο φαρμακευτική αγωγή).
Στη κρίση της πανδημίας που έχει προκαλέσει ο νέος κορωνοϊός, η πρόληψη έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με τα γενικά μέτρα με στόχο την αποφυγή της μετάδοσης (αποφεύγουμε τον συνωστισμό και τις χειραψίες, κρατάμε αποστάσεις και δεν αμελούμε το τακτικό πλύσιμο των χεριών) που εν τέλει επαφίενται στην ατομική ευθύνη.

Επιπλέον, στα άτομα με ΚΑΝ ισχύουν τα μέτρα της πρωτογενούς πρόληψης αλλά πρέπει να ακολουθούν και ξεχωριστές συμβουλές δευτερογενούς πρόληψης. Από τον πρώτο καιρό της πανδημίας έγινε σαφές ότι οι σοβαρές επιπλοκές και ο θάνατος ήταν αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης μεταξύ ενός αόρατου ιού και μιας μη υγιούς κοινωνίας (διαπιστώθηκαν αυξημένοι θάνατοι στους ηλικιωμένους και σε άτομα με προβλήματα υγείας).

Ο ασθενής με καρδιαγγειακή νόσο δεν κινδυνεύει να μολυνθεί με μεγαλύτερη συχνότητα εν συγκρίσει με τους υγιείς, αλλά η διαφορά είναι ότι αν μολυνθεί θα έχει χειρότερη έκβαση. Οι άνθρωποι με ΚΑΝ, συνιστούν ευπαθή ομάδα γιατί έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι ηλικιωμένοι, να καπνίζουν, να έχουν διαγνωστεί με σακχαρώδη διαβήτη, να είναι παχύσαρκοι, να αντιμετωπίζουν καρδιακή ανεπάρκεια (ΚΑN), ή και νεφρική ανεπάρκεια.

Εντούτοις, εάν δεν συντρέχουν οι παραπάνω λόγοι, ένας ασθενής με ΚΑΝ, δεν καθίσταται αυτόματα ευπαθής. Για παράδειγμα, ένα άτομο 50 ετών, το οποίο δεν κάπνιζε, δεν είχε διαβήτη αλλά είχε στηθάγχη, λόγω αυξημένης χοληστερίνης και κληρονομικού ιστορικού, και του έγινε αγγειοπλαστική με stent, ή παρουσίασε επεισόδιο κολπικής μαρμαρυγής δεν κατατάσσεται αυτόματα στις ευπαθείς ομάδες.

Ευπαθή ή ευάλωτη ομάδα με ΚΑΝ αποτελούν κυρίως οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια – πρόκειται για την κατάσταση εκείνη που η καρδιά ως μυς αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του οργανισμού, δηλαδή να εξωθήσει το αίμα που χρειάζονται τα υπόλοιπα όργανα για τη θρέψη και λειτουργία τους. Τα κύρια συμπτώματα είναι η εύκολη κούραση, η δύσπνοια και τα πρησμένα πόδια. Στην πραγματικότητα τις περισσότερες φορές αποτελεί την τελική κατάληξη όλων των άλλων ΚΑΝ (δηλαδή προηγηθέντος μεγάλου εμφράγματος μυοκαρδίου, παραμελημένης αρτηριακής υπέρτασης, βαλβιδοπαθειών, σακχαρώδη διαβήτη και συγγενών καρδιοπαθειών).

Επιπλέον, οι ασθενείς συνήθως είναι ηλικιωμένοι, μπορεί να έχουν αναιμία και να συμπάσχουν από παθήσεις των νεφρών και των πνευμόνων.

Ο ασθενής με καρδιακή ανεπάρκεια πρέπει να γνωρίζει το κλάσμα εξώθησης (δείκτης λειτουργίας της καρδιάς) που μετριέται με τον υπέρηχο καρδιάς – σημειώνεται ότι οι τιμές κάτω από 35% σημαίνουν σοβαρή ανεπάρκεια. Υπό τις συνθήκες αυτές ο θεράποντας ιατρός οφείλει να εξηγήσει τα συμπτώματα που αφορούν τη δύσπνοια και τον πόνο στο στήθος (ο διαχωρισμός είναι δύσκολος όταν συνυπάρχει και πνευμονοπάθεια), να τον μάθει πώς να μετράει τις σφίξεις του και να του επισημάνει ότι δεν πρέπει να αμελεί τη φαρμακευτική αγωγή.

Από τον εργαστηριακό έλεγχο ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στον αιματοκρίτη (για αναιμία), τους ηλεκτρολύτες (νάτριο και κάλιο δημιουργούν αρρυθμίες) και τη κρεατινίνη (νεφρική λειτουργία). Στη διατροφή επισημαίνεται η μειωμένη λήψη άλατος.

Και καθώς η μετακίνηση αυτών των ασθενών δεν είναι εύκολη δεδομένου ότι πρέπει να αποφεύγουν τις συχνές επισκέψεις στα νοσοκομεία ή τα ιατρεία – ιδίως σε περιόδους έξαρσης της επιδημίας –, στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας υπάρχει ειδικό πρόγραμμα (εφαρμογή) που λειτουργεί ως ένας ψηφιακός βοηθός που τηρεί το «ημερολόγιο» του ασθενούς για την εξατομικευμένη παρακολούθησή του (hcs.gr thessHF). Συνεπώς, εάν οι ασθενείς εκπαιδευτούν κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, θα είναι προετοιμασμένοι σε ένα ενδεχόμενο νέο κύμα.

Επιπρόσθετα, στην εποχή της πανδημίας οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες επιδεινώθηκαν κυρίως για τις μειονότητες (Ρομά), τους πρόσφυγες, τους άνεργους και τους ανασφάλιστους.

Είναι λοιπόν ιδιαίτερα σημαντικό σε αυτούς τους δοκιμαζόμενους χρόνους οι προσπάθειες για πρόληψη των ΚΑΝ να παραμείνουν στην κορυφή των υγειονομικών, κοινωνικών και πολιτικών προτεραιοτήτων. To πρώτο κύμα της πανδημίας το προσπεράσαμε με ελάχιστες απώλειες. Οι καρδιαγγειακοί ασθενείς που νόσησαν ήταν ελάχιστοι και αυτό λόγω της ενημέρωσης που είχαν από προηγούμενες επιδημίες όπως της γρίπης (π.χ. υψηλή εμβολιαστική κάλυψη) και της φροντίδας που έτυχαν.

Μέχρι να βρεθεί το εμβόλιο έχουμε μακρύ δρόμο ακόμη. Η συμπεριφορά του ιού θα χαρακτηρίζεται – όπως όλα δείχνουν – από τοπικές εξάρσεις που θα μοιάζουν με ανταρτοπόλεμο. Η κάθε τοπική κοινωνία πρέπει να είναι έτοιμη για αντιμετώπιση τέτοιων εστιών. Οι ασθενείς με ΚΑΝ πρέπει να προσπαθήσουν να αποφύγουν πιθανή μόλυνσή τους αλλά και στην ατυχή περίπτωση που αυτό συμβεί να είναι σε όσο γίνεται καλή φυσική κατάσταση για να το ξεπεράσουν αισίως.

Το σύνθημα για καλή προετοιμασία είναι πιο επιβεβλημένο και προφητικό όσο ποτέ άλλοτε. Είναι κάτι αντίστοιχο με την λαϊκή ρήση «ο καλός ο νοικοκύρης τον χειμώνα χαίρεται».

__________________
Ο Γιάννης Γουδέβενος είναι καθηγητής Καρδιολογίας Ιατρικής Σχολής Ιωαννίνων - πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας