Σελίδες

Τρίτη 4 Αυγούστου 2020

Σαρανταήμερο Μνημόσυνο Δημητρίου Κουτσομύτη


Το Σάββατο 8 Αυγούστου θα τελεσθεί 40νθημερο Μνημόσυνο στον Ιερό Ναό Αγίου Μιχαήλ Συνάδων, υπέρ αναπαυσεως της ψυχής του Δημητρίου Κουτσομύτη.

Παρακαλούμε όσους τιμούν τη μνήμη της να συμπροσευχηθούν μαζί μας.

Τα τέκνα,  τα ανίψια και οι λοιποί συγγενείς 

Με την ευκαιρία του Σαρανταήμερου Μνημόσυνου δημοσιεύουμε τον επικήδειο ο οποίος διαβάστηκε από την φιλόλογο Ελένη Σπληλιώτη. 

«Ο εκλιπών Δημήτριος Κουτσομύτης γεννήθηκε στη Σκόπελο στις 13 Απριλίου 1919 λίγους μήνες μετά τη λήξη του Α Παγκοσμίου πολέμου. Φέτος μέσα στην καραντίνα γιόρτασε τα 101 του χρόνια.

Γνωστή φιγούρα κατά τις εθνικές επετείους κατέθετε στεφάνι στο Ηρώο των νεκρών εκ μέρους της Εθνικής Αντίστασης. Τον περασμένο Οκτώβρη κατέθεσε για τελευταία φορά το στεφάνι. Τον καμάρωσα έτσι που ήταν θαλερός παρά το ότι διένυε το 101 έτος της ηλικίας του.
 Η ζωή του είναι σαν μυθιστόρημα. “Εκατό χρόνια σαν μυθιστόρημα” τιτλοφορείται και ένα άρθρο της εφημερίδας “Θεσσαλία” στις 19-4-2019 που είναι αφιερωμένο σε αυτόν. 

Όταν ήταν 6 μηνών, ο πατέρας του μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Μέχρι τα 16 του χρόνια έμεινε στη Σκόπελο και τελείωσε το διτάξιο ημιγυμνάσιο. Έπειτα πήγε στον Πειραιά και, αφού συνεννοήθηκε με τον πατέρα του για να τον στηρίξει οικονομικά, εγγράφηκε στην νυχτερινή σχολή Μηχανικών “Αρχιμήδης”.
Παράλληλα δούλευε στο Κρατικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών που είχε έδρα το Παλαιό Φάληρο. Το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου τον βρήκε στο τέταρτο έτος των σπουδών του. Στην κατοχή το Κρατικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς για την τεχνική υποστήριξη της γερμανικής αεροπορίας. Αρνήθηκε να δουλέψει για λογαριασμό των κατακτητών. Με το τελευταίο τρένο ταξίδεψε για την Χαλκίδα και από κει με πολλές δυσκολίες κατάφερε με καΐκι να φτάσει στη Σκόπελο.

Όταν συστάθηκε το ΕΑΜ ανέβηκε στο βουνό. Έγινε αντάρτης και πολέμησε αρχικά στο Πήλιο και μετά στα Άγραφα της Ευρυτανίας πλάι στον ελασίτη πρωτοκαπετάνιο Άρη Βελουχιώτη. Στα χρόνια του εμφυλίου συνελήφθη στο Βόλο και εκτοπίστηκε στη Μακρόνησο. “Μας έλεγαν πως μας έστελναν στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ” έλεγε με νόημα για τα δεινά που υπέστη. Όταν επέστρεψε από την εξορία στράφηκε προσπαθώντας να επιβιώσει στη θάλασσα. Έγινε ναυτικός και μπάρκαρε σε φορτηγό πλοίο. Πήρε το δίπλωμα του δόκιμου μηχανικού και το πρώτο του μπάρκο ήταν την εποχή που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Κορέα. 

Ο καπετάνιος, Σκιαθίτης στην καταγωγή, Νίκος Δαμάσκος δεν τον άφηνε να φύγει από το καράβι αν και είχε συμπληρώσει τους μήνες υπηρεσίας που έπρεπε για να προβιβαστεί. Έτσι μετά από δύο χρόνια, όταν το πλοίο έδεσε στη Μελβούρνη και, μετά από μια ακόμη αποτυχημένη προσπάθεια του στην Αμερική, κατέβηκε λαθραία από το καράβι και κάποιοι φίλοι του ναυτικοί τον βοήθησαν και έμεινε στην Αυστραλία. Δούλεψε σε εργοστάσια μέχρι που πήρε σύνταξη. Παντρεύτηκε το 1959 και έκαμε οικογένεια. Απόκτησε δύο παιδιά μια κόρη την Κέρη, που ήταν μαζί του τις τελευταίες του μέρες και ένα γιο. 

Το 1998 επαναπατρίσθηκε στη Σκόπελο. Κάθε πρωί για χρόνια θα τον συναντούσε κανείς από τις 10-11 στο ΚΑΠΗ ή στο καφενείο. Πάντα ευγενής, καλοντυμένος, ενημερωμένος για την επικαιρότητα και με κοινωνικές ευαισθησίες. Τα σχόλια του για την επικαιρότητα εύστοχα και φιλοσοφημένα. Χαιρόσουν να μιλάς μαζί του. Τον γνώρισα τον τελευταίο χρόνο. Του πήρα συνέντευξη ρωτώντας τον για τις εμπειρίες και τα βιώματά του. Τον θαύμασα για την μνήμη του, την ευθυκρισία του καθώς και την αγάπη του για τη ζωή. Τα τελευταία λόγια που μου είπε την περασμένη εβδομάδα που τον επισκέφθηκα ήταν ότι φεύγει ευχαριστημένος από τη ζωή του. 

Καλό ταξίδι κ. Δημήτρη. Παίρνεις μαζί σου μια ολόκληρη εποχή. Θα σε θυμόμαστε. 

Γαίαν έχοις ελαφράν.»