"...Κυνήγησα πολύ όταν ήμουν παλικαράκι, με σφεντόνα, ξόβεργες, ύστερα με δίκαννο το έκλεβα του θείου μου.
Μία Δευτέρα σημάδεψα ένα μοναχικό στρειδοφάγο, στεκότανε δυο μέρες ακίνητος, λέω εχει χάσει το ζευγάρι του. Αυτοί μια ζωή πηγαίνουν μαζί… Όταν έπεσε, είδα κρυμμένο το δεύτερο, όρμησε κατά πάνω μου, φωνή σπαρακτική… Πήρα το σκοτωμένο πουλί, καβάλησα το ποδήλατο μου και έφυγα βολίδα… Στα πέντε χιλιόμετρα που τελειώνει ο χωματόδρομος σταμάτησα. Από πάνω, ο ζωντανός στρειδοφάγος συνέχιζε να με κυνηγά. Του 'ριξα για να μη βασανίζεται που έχασε το ταίρι του. Ύστερα πέταξα σφαίρες, πέταξα και το δίκαννο..."
Μία Δευτέρα σημάδεψα ένα μοναχικό στρειδοφάγο, στεκότανε δυο μέρες ακίνητος, λέω εχει χάσει το ζευγάρι του. Αυτοί μια ζωή πηγαίνουν μαζί… Όταν έπεσε, είδα κρυμμένο το δεύτερο, όρμησε κατά πάνω μου, φωνή σπαρακτική… Πήρα το σκοτωμένο πουλί, καβάλησα το ποδήλατο μου και έφυγα βολίδα… Στα πέντε χιλιόμετρα που τελειώνει ο χωματόδρομος σταμάτησα. Από πάνω, ο ζωντανός στρειδοφάγος συνέχιζε να με κυνηγά. Του 'ριξα για να μη βασανίζεται που έχασε το ταίρι του. Ύστερα πέταξα σφαίρες, πέταξα και το δίκαννο..."