ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΛΥΤΡΩΣΗ
Διήγημα - Γιώργος Σανιδάς [Σκιάθος, Μάιος 2014]
«Να τον πάτε αμέσως στο Βόλο», αποφάνθηκε εύκολα ο εφημερεύων γιατρός και τα λόγια αυτά επαναλάμβανε συνεχώς για την πλειοψηφία των ασθενών σε σημείο που έμοιαζε πως τα επαναλαμβάνει μηχανικά, χωρίς να εξετάζει χωριστά την κάθε περίπτωση. Τι να κάνει κι αυτός ο έρημος !
Η Μελαχρώ κοκάλωσε μα έπρεπε και πάλι να εκτελέσει το καθήκον της…
Το να αρρώσταινε ξανά, μέσα στο ίδιο καλοκαίρι, ο αδελφός της, ήταν αναμενόμενο μα και απόλυτα απευκταίο για την ίδια. Όσο όμως κι αν το προαισθανόταν, μόλις άκουσε το γιατρό, της ήρθε «ο ουρανός σφοντύλι» κι έφευγε σε μια ώρα και το δελφίνι… Σάστισε, έχασε το χρώμα της, η καρδιά της χόρευε, χτυπούσε την ποδιά της κι έλεγε: «Αχ, τι έπαθα η κακομοίρα, φυσάει και μελτέμι!». Την έπιανε βλέπετε και το ταξίδι στη θάλασσα…
• • •
Μόλις πριν από λίγες ημέρες διακομίστηκε ο Μήτσος στο νοσοκομείο του Βόλου και η Μελαχρώ ένοιωθε ακόμα τις δυνάμεις της σωμένες, μετά τη δεκαήμερη παραμονή της εκεί σαν συνοδός του ασθενή αδελφού της.
Πέρασε τα ογδόντα κι έπασχε κι αυτή από πολλά και κυρίως από κινητικά προβλήματα. Της φαινόταν Γολγοθάς να βρεθεί και πάλι μόνη με τον ασθενή αδελφό της, στο αφιλόξενο περιβάλλον της μεγάλης πόλης και μάλιστα σε εκείνου του νοσοκομείου όπου κολλάς, εκτός των άλλων, και τον καημό των υπόλοιπων ασθενών…
Το νησί όπου διέμεναν τα αδέλφια, παρόλη την ανάπτυξή του και τον τεράστιο αριθμό των επισκεπτών τους θερινούς μήνες, δεν διέθετε τίποτε περισσότερο από ένα παροπλισμένο Κέντρο Υγείας. Εκεί δεν...
αντιμετωπίζονταν σχεδόν, ούτε τα απλά περιστατικά καθώς δεν υπήρχαν, παρά μόνο δύο αγροτικοί γιατροί !
Ο Βόλος αποτελούσε ανέκαθεν, όπως και η κάθε πρωτεύουσα νομού, μόνιμο εφιάλτη για τους ασθενείς και τους συνοδούς από την περιφέρεια, πόσο μάλλον για τα νησιά∙ κι αυτή η εντολή του γιατρού ηχούσε στ’ αυτιά τους ισότιμα με αναγγελία διάγνωσης «κακιάς αρρώστιας».
Πέρα από την αγωνία για το αν ο ασθενής θα πρόφταινε τελικά να φτάσει στο νοσοκομείο, συνεπαγόταν επίσης οικονομική, σωματική και ψυχολογική επιβάρυνση, δυσβάσταχτη για τους φτωχούς και άβγαλτους νησιώτες -γιατί υπήρχαν και τέτοιοι και μάλιστα πολλοί- . Δεν προσφερόταν όμως καμία άλλη επιλογή και κανένα έλεος στη χώρα της παρακμής …
Ο Μήτσος ήταν ένας από εκείνους τους φτωχούς και άβγαλτους νησιώτες… Συνταξιούχος του ΟΓΑ, όπως και τα αδέλφια του. Ζούσε απλά, για κάποιους «πίσω απ’ τον κόσμο»! Ταλαιπωρούταν χρόνια με σοβαρά προβλήματα υγείας και είχε στη κυριολεξία στραγγίσει οικονομικά απ’ το πήγαινε - έλα στο νοσοκομείο, όπου κατά καιρούς απαιτήθηκαν έξοδα για ξενοδοχεία, φαγητά, αποκλειστικές, πέρα από εκείνα των μετακινήσεων και των γνωστών, πλην αόρατων, «μικρών φακέλων». Είχε επίσης εξαντλήσει τις αντοχές της αδελφής του της Μελαχρούς, η οποία αγόγγυστα τον συνόδευε πάντα.
Η στενή οικογένεια του Μήτσου απαρτιζόταν από τον ίδιο και την ανύπαντρη αδελφή του τη Φιλιώ που είχε περιοριστεί από χρόνια αποκλειστικά στο σπίτι λόγω της αδυναμίας της να περπατήσει. Έμεναν μαζί στο πατρικό τους, στην ίδια αυλή με το σπιτάκι της Μελαχρούς.
Η Μελαχρώ ήταν η τρίτη αδελφή, η μικρότερη, το στερνοπαίδι και η μόνη που κατόρθωσε, να φτιάξει τη δική της οικογένεια που στέγασε παραπάνω, στο προικιό της, στο ίδιο οικόπεδο με το πατρικό της.
Δεν υπήρχε κανένας νεότερος σε εκείνη την αυλή. Αποτελούσε άντρο γερόντων! Η μοναχοκόρη της Μελαχρούς είχε κάνει τη δική της φαμίλια και έλειπε μακριά, στα ξένα και η Μελαχρώ κατά βάθος, χαιρόταν μέσα στον καημό της, γιατί εκείνη γλύτωσε... Αυτή λοιπόν επωμιζόταν στους γέρικους ώμους της, την κύρια ευθύνη των δύο ανήμπορων αδελφών της. Ο υπερήλικας άντρας της -παλιός ψαράς-, αδυνατούσε λόγω γηρατειών να προσφέρει πια το παραμικρό. Γκρίνιαζε μάλιστα τελευταία δικαιολογημένα, καθώς θεωρούσε υπερβολική τη φροντίδα της Μελαχρούς για τ’ αδέλφια της και πέρα απ’ τις δυνάμεις της, ανησυχώντας περισσότερο για την ίδια. Η Μελαχρώ όμως ήταν ανένδοτη.
• • •
Το δελφίνι με τα δύο αδέλφια έφθασε στο λιμάνι του Βόλου. Εκεί όμως το πλήρωμα θεώρησε πρέπον να αποβιβάσει πρώτα όλους τους επιβάτες -σαν ένδειξη εξυπηρέτησης προς τους τουρίστες των νησιών-, και μετά τον ασθενή με την αδελφή του. Μάταια φώναζε εκείνη πως ο αδελφός της κιτρίνισε και δυσκολευόταν να ανασάνει.
Τα δύο γερασμένα αδέλφια κρατήθηκαν από το χέρι, και μπήκαν άρον-άρον στο ταξί για να τους μεταφέρει στο νοσοκομείο. Το χρώμα τους ήταν πια ίδιο. Κατακίτρινο. Του ασθενή από την αρρώστια και της συνοδού απ’ την αγωνία και το μελτέμι…
Μόλις έφτασαν, η γυναίκα φώναξε από το δρόμο βοήθεια και για καλή της τύχη έσπευσαν οι γιατροί και ανέλαβαν τον ασθενή. Του έκοψαν με το μαχαίρι τα ρούχα γιατί έπρεπε πάραυτα να του αφαιρέσουν τα υγρά καθώς θα πέθαινε από πνευμονικό οίδημα. Ένα λεπτό αν αργούσαν…
Η γυναίκα ζάρωσε σε μια γωνιά εκειδά, στα στασίδια του νοσοκομείου. Σφίχτηκε- σφίχτηκε κι αποσιώπησε τις σουβλιές στην πλάτη και το στήθος που την ταλαιπωρούσαν ώρες.
Ώσπου ένα δάκρυ χαράς κύλισε αργά στα μάγουλά της ενώ στα χείλη της απόμεινε σχηματισμένο, ένα πικρό χαμόγελο.
Την ίδια ώρα, ξεψυχούσε. Άφησε την τελευταία της πνοή την στιγμή που της μετέφεραν τα ευχάριστα νέα: «ο αδελφός σας ξεπέρασε τον κίνδυνο»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΧΟΛΙΑ ΜΕ ΓΡΑΦΗ greeklish ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ
H efimerida-sporades.blogspot.gr ενθαρρύνει τους αναγνώστες να εκφράζουν τις απόψεις τους μέσα από τo blog. Παρακαλούμε τα κείμενα να μην είναι υβριστικά, να μην συκοφαντούν και να μην γράφονται σε greeklish. Οι διαχειριστές φέρουν ευθύνη μόνο για τα επώνυμα άρθρα των συντακτών και των συνεργατών της.
Σας ευχαριστούμε για την συμμετοχή σας.