Α. ΠΡΟΒΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ

Α. ΠΡΟΒΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ

Topos Real Estate

Topos Real Estate

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΒΟΡΕΙΕΣ ΣΠΟΡΑΔΕΣ | facebook.com | youtube

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2019

Από την Αγρυπνία της Μεταμορφώσεως, στο Χριστό, στο Κάστρο Σκιάθου

(Συμψάλλοντας με τον Άρχοντα Υμνωδό της Μ.Χ.Ε. Γεώργιο Χατζηχρόνογλου)
Είθισται τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα νεόκοπα Ειδησεογραφικά πρακτορεία Εκκλησιαστικών Ειδήσεων, να αφιερώνουν τις σελίδες τους σε πανηγύρεις και εορτές Ναών, Μονών και Μητροπόλεων, ανά την επικράτεια, τονίζοντας μάλιστα τους λειτουργούς, ιδίως εάν πρόκειται για αρχιερατική χοροστασία ή συλλείτουργο, καθώς επίσης να αφιερώνουν χρόνο στο γενόμενο κήρυγμα.

Ωστόσο, λιγότερο ή καθόλου δεν δίδεται ειδικό βάρος στους συλλειτουργούς Ιεροψάλτες, οι οποίοι με τον γενικό εκκλησιαστικό όρο ψαλλόντες ή κοπιώντες, μνημονεύονται σε κάθε ιερουργία. Ας μην ξεχνούμε ότι και οι ψάλτες αντιπροσωπεύουν τον λαό, το πλήρωμα της Εκκλησίας, του οποίου την μελωδία εκτελούν, ως άριστα εκπαιδευμένοι και μυημένοι στην αρχέγονη αυτή τέχνη της πατρώας εκκλησιαστικής μουσικής, που αποτελεί συνέχεια και εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής μουσικής, υπηρετώντας την επί χρόνια με σεβασμό, μεράκι, θυσίες, ταλαιπωρία σωματική και με πνεύμα αυτοθυσίας, μη λογιζόμενοι τον κόπο και τον καιρό που αφιέρωσαν, ψυχή και σώματι.
Για αυτό και η ίδια η Εκκλησία μας έχει θεσπίσει τον τιμητικό θεσμό των οφφικίων, που πρώτη αποδίδει η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, σε ανθρώπους που όχι μόνο καλλιέργησαν το χάρισμα της ψαλμωδίας αλλά αγωνίστηκαν σε όλη τους τη ζωή για την διάδοση της μουσικής μας και την διάσωσή της από θύραθεν εξωτερικά στοιχεία, και εργάστηκαν κοπιωδώς ώστε να περάσει στις επόμενες γενιές η μουσική μας, αλώβητη.  

Μια τέτοια λοιπόν ευκαιρία και μεγάλη τιμή, έζησε και το φιλέορτο εκκλησίασμα των εξωκκλησίων στην Σκιάθο, κατά την ημέρα της Μεταμορφώσεως, όταν παρευρέθη ως επισκέπτης του νησιού, ο κ. Γεώργιος Επαμ. Χατζηχρόνογλου, ο οποίος είναι Άρχων Υμνωδός της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, και υπηρετεί ως Πρωτοψάλτης στον Ιερό Ναό Φανερωμένης Χολαργού, της Iεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.

Ο κ. Χατζηχρόνογλου, του οποίου το πλούσιο βιογραφικό θα παρουσιάσουμε παρακάτω, τίμησε το αναλόγιο του Χριστού στο Κάστρο, συμψάλλοντας με τον κ. Κωνσταντίνο Κουτούμπα, πρωτοψάλτη του Ι. Μ. Ν. Τριών Ιεραρχών Σκιάθου και τους μαθητές του, στο Εσπερινό της Εορτής της Μεταμορφώσεως, ευφραίνοντας με την μελωδικότητά του και την άριστη και βαθιά εκκλησιαστική ερμηνεία του το φιλέορτο εκκλησίασμα.
Ο κ. Γ. Χατζηχρόνογλου γεννήθηκε στη Θήβα το 1946. Από οικογενειακή παράδοση ασχολήθηκε με τη Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική και από το 1962 ψάλλει επίσημα σε διάφορους Ι. Ναούς. Είναι κάτοχος διπλώματος Βυζαντινής Μουσικής από το Ωδείο «Ρωμανός ο μελωδός» με βαθμό άριστα και Α´ βραβείο. Διδάσκαλοί του υπήρξαν οι Γεώργιος Σταμέλος, Κωνσταντίνος Πατριαρχέας, Κωνσταντίνος Κατσούλης και Μανώλης Χατζημάρκου. Διδάσκει Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική και παραδοσιακά τραγούδια σε τρία ανεγνωρισμένα Ωδεία. Ιδρυτής και χοράρχης της ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ, συνιδρυτής και χοράρχης επί σειράν ετών της πολυμελούς χορωδίας  ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ. 1992 – 2009 προσέφερε τις υπηρεσίες του αφιλοκερδώς ως παραγωγός μουσικών εκπομπών στο ραδιοφωνικό σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος. Διευθύνων Σύμβουλος της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Μορφωτικό Μουσικολογικό Ίδρυμα». Κατά καιρούς υπήρξε διοικητικό στέλεχος ιεροψαλτικών συλλόγων αλλά και αιρετός νομαρχιακός σύμβουλος Βοιωτίας. Έχει διατελέσει μέλος Συνοδικών Επιτροπών της Εκκλησίας της Ελλάδος και επιτροπών του Υπουργείου Πολιτισμού. Ως μονωδός ή χοράρχης έχει πραγματοποιήσει εμφανίσεις στην ελληνική και ξένη ραδιοφωνία και τηλεόραση και σε εκλεκτούς πολιτιστικούς χώρους όπως το Παλλάς, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, η αίθουσα Παρνασσός, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, η Λυρική Σκηνή, το Ηρώδειο, το θέατρο των Δελφών, το θέατρο της μικρής Επιδαύρου, το Πανεπιστήμιο της Περούτζια, η όπερα της Φραγκφούρτης, Στουτγκάρδη, Κύπρος, Κωνσταντινούπολη, Τσεχία, Πολωνία, Βουλγαρία, Μόντρεαλ, Μαϊάμι, Πίτσμπουργκ κ.α. Εκτός από τις συνεργασίες του με καταξιωμένους ιεροψάλτες, έχει συνεργαστεί και με συνθέτες και μουσικούς έντεχνου και παραδοσιακού τραγουδιού όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος, Σταμάτης Κραουνάκης, Χρ. Αηδονίδης, Σοφ. Κολλητήρη, Νικος Σαραγούδας, Στάθης Κουκουλάρης, Χρ. Παπαδόπουλος και πολλοί άλλοι. Στο συγγραφικό του έργο συγκαταλέγονται Τα Προσόμοια, το πεντάτομο έργο Μαθήματα Βυζαντινής Εκλλησιαστικής Μουσικής και οι Δοξολογίες. Κυκλοφορούν αρκετά δικά του CD με βυζαντινούς ύμνους και δύο με παραδοσιακά τραγούδια. Συνέθεσε μουσικοθρησκευτικά Ορατόρια, μελοποίησε ποιήματα ελλήνων ποιητών και ωδές του Πινδάρου. Δικές του συνθέσεις αποτελούν τα Ανοιξαντάρια σε τρίτο ήχο, τα Αλληλουάρια των Αποστόλων, 30 Δοξολογίες σύντομες-αργοσύντομες (αι τερπναί ) δύο σειρές λειτουργικά κ.α. Τιμήθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, επί μακαριστού αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, με την ανώτατη διάκριση, τον χρυσούν σταυρό του Αποστόλου Παύλου. Του απενεμήθη το οφφίκιο του Άρχοντος Υμνωδού της Αγίας Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Γυμναστής στο επάγγελμα και πτυχιούχος φυσικοθεραπευτής, υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγητής φυσ. αγωγής  και κατόπιν αποσπάστηκε στο ΤΕΦΑΑ Αθηνών, όπου επί δεκαοκτώ έτη δίδαξε το γνωστικό αντικείμενο της προπονησιολογίας του στίβου  (για τις ανάγκες του οποίου συνέγραψε δύο πανεπιστημιακά βοηθήματα ) και κατόπιν μεταπήδησε στο μάθημα φιλοσοφία του αθλητισμού βοηθός του καθηγητού φιλοσοφίας dr. Γεωργίου Φαράντου. Συνταξιοδοτήθηκε ως Σχολικός Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Ως νέος ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και επί σειράν ετών διακρίθηκε ως πρωταθλητής Ελλάδος και διεθνής αθλητής στο σκληρό αγώνισμα του δεκάθλου. Αργότερα προσέφερε τις υπηρεσίες του ως εθνικός προπονητής στίβου της Ελλάδος και ομοσπονδιακός προπονητής της Κύπρου. Από το 1992 ασχολείται αποκλειστικά με τη Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική, αλλά και με οτιδήποτε έχει σχέση γενικά με την ελληνική μουσική[1].

Εδώ και 11 χρόνια ασχολείται αποκλειστικά με την Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική και την μουσική παράδοση του λαού μας, την οποία πιστεύει ακράδαντα πως πρέπει να την ξαναπάρουν στα χέρια τους οι ψάλτες και να την διδάξουν, όπως γινόταν παλιά[2].

_______________