Επιστολή με αναμνήσεις από τα Χριστούγεννα στη Σκόπελο της δεκαετίας του '50 μαζί με τις ευχές του για Καλές Γιορτές και Χρόνια Πολλά έστειλε ο παλιός μαθητής του Γυμνασίου Σκοπέλου κ. Γιώργος Δ. Νώλτσης στον διευθυντή του Γυμνασίου κ. Φίλιππο Λεμονή.
Η ενδιαφέρουσα επιστολή, η οποία μας περιγράφει τα Χριστούγεννα εκείνης της εποχής, έχει ως εξής:
«Δεν θυμάμαι Χριστούγεννα χωρίς χιόνι στη Σκόπελο των παιδικών μου χρόνων και των ονείρων μου. Κι εκείνο το χιόνι συμβόλιζε τη λευκότητα της ψυχής μου, την αγνότητα της
Σκοπελίτικης κοινωνίας και την καθαρότητα εκείνης της εποχής.
Το σπίτι μας δεν ήταν πλούσιο. Η οικογένεια μου ήταν πολύτεκνη και μονόμισθη. Δεν είχαμε τίποτα από όσα σήμερα έχει ακόμα και το πιο φτωχό νοικοκυριό - ψυγείο, ηλεκτρική
κουζίνα, πλυντήριο, μπάνιο με θερμοσίφωνο, ηλεκτρικό σίδερο, καλοριφέρ, ραδιόφωνο ...Είχαμε όμως αγάπη και καθόλου δεν ζήλευα όταν έμπαινα στα αρχοντικά του Δουλίδη και του Μελαδιώτη, καλεσμένος των συμμαθητών μου. Και, τι παράξενο, η μητέρα μας είχε πάντα καθαρούς και καλοντυμένους -τον πατέρα, την Άννα, εμένα, την Καίτη, τον Θανασάκη. Χωρίς καν τρεχούμενο νερό στο σπίτι!
Τα χριστουγεννιάτικα δώρα μας ήταν κάλτσες κι ένα τσίλικο χαρτονόμισμα. Μας έφταναν.
Η ενδιαφέρουσα επιστολή, η οποία μας περιγράφει τα Χριστούγεννα εκείνης της εποχής, έχει ως εξής:
Γιώργος Δ. Νώλτσης με το πηλήκιο του Γυμνασίου Σκοπέλου |
Σκοπελίτικης κοινωνίας και την καθαρότητα εκείνης της εποχής.
Το σπίτι μας δεν ήταν πλούσιο. Η οικογένεια μου ήταν πολύτεκνη και μονόμισθη. Δεν είχαμε τίποτα από όσα σήμερα έχει ακόμα και το πιο φτωχό νοικοκυριό - ψυγείο, ηλεκτρική
κουζίνα, πλυντήριο, μπάνιο με θερμοσίφωνο, ηλεκτρικό σίδερο, καλοριφέρ, ραδιόφωνο ...Είχαμε όμως αγάπη και καθόλου δεν ζήλευα όταν έμπαινα στα αρχοντικά του Δουλίδη και του Μελαδιώτη, καλεσμένος των συμμαθητών μου. Και, τι παράξενο, η μητέρα μας είχε πάντα καθαρούς και καλοντυμένους -τον πατέρα, την Άννα, εμένα, την Καίτη, τον Θανασάκη. Χωρίς καν τρεχούμενο νερό στο σπίτι!
Τα χριστουγεννιάτικα δώρα μας ήταν κάλτσες κι ένα τσίλικο χαρτονόμισμα. Μας έφταναν.