Α. ΠΡΟΒΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ

Α. ΠΡΟΒΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ

Topos Real Estate

Topos Real Estate

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΒΟΡΕΙΕΣ ΣΠΟΡΑΔΕΣ | facebook.com | youtube

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΜΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΜΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

Ερατώ

Εσύ φαντασία
που εγκυμονούσες το όνειρό μου,
Εσύ όνειρο
που έθρεψες την ελπίδα μου,
Εσύ ελπίδα
που θέριεψες τη δύναμή μου,
Εσύ δύναμη
που δάμασες τα θεριά μου,
το πείσμα του έρωτα
της ζήλιας το σαράκι
την ανέλπιδη προσμονή,
του πόθου το ανάθεμα,
το σκοτάδι της απόγνωσης,
της προδοσίας την αλλοφροσύνη.
Όλες
στήσατε κύκλο γύρω μου
να σύρετε
το χορό της ζωής μου.

Με λένε Ερατώ,
αναγραμματισμός του Έρωτα,
κι όλη μου η ύπαρξη
ναυάγησε
σε μια φαντασία
που γεννοβολούσε όνειρα...

Μαρία Γαλανοπούλου
Γ΄ βραβείο
ΣΤ' Πανελλήνιος Διαγωνισμός Ποίησης

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

Στην Κολώνα

Εργάτες - Επιστροφή / Γιώργος Σικελιώτης
Αλλοτινού καιρού κουβέντες,
στον ίσκιο της παμπάλαιας συκιάς,
να βάφει απ΄ τον ιδρώτα η τραγιάσκα,
πουκάμισο τριμμένος αλατζάς.

Φροντίδα και αγάπη για τα ζώα,
καβγάδες τίνος είν' το πιο γερό,
συντρόφοι στης ζωής το ανηφόρι,
μαζί ως τον στερνό ανασασμό.

Περήφανοι χειρώνακτες-εργάτες,
στους ώμους κουβαλήσατε τη γη,
μ' αμέτρητα απλώνονται τα χέρια
να κλέψουν το δικό σας το ψωμί.

Τ' αγώι πια δεν ξυπνά τον αγωγιάτη,
απρόσωπη και βάρβαρη εποχή,
ο ιδρώτας πια δεν έχει σημασία
και ο μόχθος δεν αξίζει μια δραχμή.

Αλλοτινού καιρού κουβέντες
τριγύρω απ΄ τον παμπάλαιο κορμό,
σαν νά ΄μεινε ο χρόνος πίσω χρόνια,
προσμένοντας τ' αγώι το στερνό...

Βαγγέλης Γ. Κοσμάς

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Παράπονο

Αφήνω ένα παράπονο, με την ορμή του αέρα
να ταξιδέψει στη φωτιά και στο νερό
κι ό,τι έχει μείνει στην ψυχή μου καθαρό
να με κρατήσει στη ζωή, άλλη μια μέρα.

Μια πίκρα είναι της στιγμής, αλήθεια ξεχασμένη
που δεν ειπώθηκε ποτέ να γίνει μνήμη,
σημάδι αδιόρατο, γραμμή σε μαύρο ασήμι
που όσο κι αν ξεθώριασε, να με πονά επιμένει.

Μην ξαφνιαστείς, μη σε τρομάξει η ηχώ του
έχει ραγίσει τη σιωπή την πιο μεγάλη,
πέρασε μέσ’ απ’ τη φωτιά κι έγινε ατσάλι
κι έχει έναν άκρατο θυμό, συνένοχό του.

Κατερίνα Καλαϊτζάκη
(Έπαινος)
Ε' Πανελλήνιος Διαγωνισμός Ποίησης
"Καισάριος Δαπόντες" (κλικ)
Σκόπελος

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;

Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;
Σε μάχεται η θάλασσα, δεν τη φοβάσαι;
Ανέμοι σφυρίζουν και πέφτει νερό, 
πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;

_Για χώρα πηγαίνω πολύ μακρινή
θα φέξουνε φάροι πολλοί να περάσω
βοριάδες, νοτιάδες θα βρω μα θα φτάσω
με πρίμο αγεράκι, μ’ ακέριο πανί.

_Κι αν οι κάβοι σου στήσουν τη νύχτα καρτέρι;
Απάνω σου αν πέσει το κύμα θεριό
και πάρει τους ναύτες και τον τιμονιέρη;
Πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό;

_Ψηλά στο εκκλησάκι του βράχου που ασπρίζει
για μένα έχουν κάμει κρυφή λειτουργία
ορθός ο Χριστός το τιμόνι μου αγγίζει
στην πλώρη μου στέκει η παρθένα Μαρία.

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2014

…κι όταν σε ταλαιπωρούνε να φωνάζεις αχ! μανέ!

Μου γράφει ο τέως Δήμαρχος Σκοπέλου Γιώργος Μιχελής:

Αγαπητέ μου Γιώργο

Καλή η Αφροδίτη Μάνου, αλλά έχω κάτι καλύτερο!!

Όταν Δήμαρχος θα γίνεις
κοίτα να μη χολοσκάς,
τις παραξενιές των άλλων
στην ψυχή σου μην κρατάς

Όταν Δήμαρχος θα γίνεις
μάθε κάποιον αμανέ,
κι όταν σε ταλαιπωρούνε
να φωνάζεις αχ! μανέ!

(Τα υπόλοιπα live!)

Φιλικότατα

Γιώργος Μιχελής

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Στον Κυρ Αλεξάνδρο / Χριστούγεννα 2014

Κυρ Αλέξανδρε,

Σε χαιρετάμε απο την όμορφη Σκιάθο,
ένα καντηλάκι κρεμασμένο σ΄ εναν καταγαλανο ουρανό
που λικνίζεται στην θάλασσα που λέγεται Αιγαίο.

Μέρα την μέρα που περνά
σοφία γεμίζει η καρδιά μου
γιατί ΕΛΛΑΔΑ η ζωή, ΕΛΛΑΔΑ τα ονειρά μου…

Άλλο ν΄ ακούς  τα κύματα, τον φλοίσβο της θαλάσσης
άλλο να είσαι απ' αλλού, να πας να τ' αγοράσεις…

Πανω ψηλά στο Ξανεμο όταν φυσάει ο αέρας
ακούς ψιθύρους και φωνές σαν όνειρο στο κύμα
σαν να μοιρολογά η Φραγκογιαννού στου πέλαγου το  μνήμα.

Λευκές οι πετρες χάνονται κάτω στην παραλία
λαλαρια, εσμιξε ο βράχος το νερό κι ο χρόνος γλύπτης
το έργο του πανέμορφο δημιουργός και κτίστης.

Τα μονοπάτια διάβηκα μεσα στην Ιστορία
και μια βραδια Χριστουγεννα
παντου άσπρο το χιόνι
εκεί που η φύση σιωπά κι απο το ρέμα ακούγεται μόνο η φωνή του γκιώνη
στο Κάστρο έφτασα αργά κι άκουσα λειτουργία
Χριστός γεννάται σήμερον… να ψάλει χορωδία
συνάντησα άνθρωπο σκυφτό να κάνει κομποσκοίνι
κι στο κάθε κόμπο του το δάκρυ του να χύνει.

Ποιός είσαι άνθρωπε εσύ; τι κάνεις εδώ πέρα;
για ποιόν χύνεις τα δάκρυα; το προσωπό σου ολόλευκο κανει την νύχτα μέρα.

Είμαι ο κυρ Αλέξανδρος και κλαίω για την ΕΛΛΑΔΑ
γιατι οι εμπόροι των Εθνών την σπρώχνουν στον Καιάδα.
Σαν την αγάπη στο γκρεμό και σαν τη μετανάστη
σαν αμαρτίας φάντασμα και άσπρη σαν το χιόνι
ειναι το άνθος του γιαλού είναι η πεπικοιλμένη
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ φώναξα εκεί μόλις την είδα
κι ο νους μου αναθάρησε για την γλυκιά πατριδα.

Μακρύ ταξίδι κι όμορφο τις ρίζες σου να βρείς
να νιώσεις μες το αίμα σου και μέσα στην  ψυχή
σαν Οδυσσέας, Περικλής, Μιλήσιος Θαλής,
να νιώσεις Μέγα Αλέξανδρος κι Ακρίτας Διγενής
ο νούς τα νοήματα να πιανει της Γραφής.

Βυζάντιο και Πόλη και η Αγιά Σοφιά
Φειδίας Καλλικράτης
Ελλήνων τα παιδιά.

Παγκόσμιως για όλους και οικουμενικώς
λίκνο ελευθερίας και της δημοκρατίας
σε έκαναν να φαίνεσαι φτωχός σαν συγγενής
σαν τα παιδιά τα αχάριστα που διώχνουν τους γονείς.

Κυρ Αλέξανδρε σου στέλνω ένα μικρό κομμάτι της ψυχής μου.
Σε φιλώ
ο ελάχιστος Αναστάσης εκ Σκιάθου.

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Μεγάλη Πέμπτη 2014

Δευτέρα Παρουσία

«Και μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς…»·

στο θρόνο Σου ολόλαμπρος
για να χωρίσεις τους κακούς απ’ τους καλούς.
Έτσι την έλευσή Σου προμηνάνε
κι ό,τι διάφορο προκύψει με λύσσα θα χτυπάνε.

Σαν βασιλιάς και όχι κουρελής,
ήρθε η ώρα πια στον κόσμο για να ΄ρθεις·
γι’ αυτό σα βασιλιάδες ζουν
ντυμένοι στα χρυσάφια τους στο αίμα κολυμπούν.

Μα γω κατέχω το καλά,
ότι θα ΄ρθεις και τούτη τη φορά
σα μαραζιάρικο δενδρί ανάμεσά μας
και δε θ’ ανθίσει απ’ τα λόγια Σου η καρδιά μας.

Κ’ ίσως ακόμα, ίσως να ‘σαι ήδη εκεί,
πάνω σε στρώματα που δέρνει η βροχή,
ανάμεσα σε σύριγγες και σε φθηνό αλκοόλ,
μορφή που δείχνουν σε παιδάκια για να τρων.

Μα όπως και να ΄χει γρήγορα θα σταυρωθείς
και αν το κρίνουν αναγκαίο, θ’ αναστηθείς·
μα σε λευκά κελιά θα ‘σαι θαμμένος
με ηλεκτροσόκ και χάπια κοιμισμένος.

Βαγγέλης Γ. Κοσμάς

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Ελπίδα!

Ένα ποίημα που γράφτηκε σαν σχόλιο
στην ανάρτηση με τίτλο "Αλήθεια" (κλικ)

Μες στο καταμεσήμερο
σκοτείνιασε ο ήλιος
κι έφερε άγριους καιρούς
σ' ήρεμη γειτονιά

Μονάχα εγώ κληρώθηκα
τ' άδικο να παλέψω
με αλυσοδεμένα
σταυραετού φτερά.

Ποιά είν' αυτά τα ξωτικά
που θέλουν τη ψυχή μου;
Λες οι ευχές τόσων ψυχών
να γίνουν φυλαχτά;

Στερνή φορά που έψαχνα
θεριά για να παλέψω
ήταν με γέλια παιδικά
και ξύλινα σπαθιά.

Μα περπατώ σαν ποιητής
στον κόσμο αυτόν ανάποδα
κι όταν ο ήλιος μου χαθεί
τον βρίσκω στο βυθό.

Τον ουρανό λέω θάλασσα
τη γη ουράνιο θόλο
στο χώμα όταν ξαπλώνω
μαθαίνω να πετώ.

Μάρω

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Eίναι πια καιρός όλο το είναι σου να ανατρέψεις

Άνθρωποι ή άβουλοι κλώνοι;
Διαστροφή, αποστροφή κι αναλγησία,
βασιλειό μας η μιζέρια κι η υποκρισία.
Διαταγές, υποταγές, φοβέρα,
ατέλειωτη κι άσκοπη η κάθε μέρα.
Θέλουν η ζωή μας να τελειώνει, να μικρύνει
οι φόβοι έρχονται από μακριά σαν σμήνη,
εμείς απαίδευτοι τους μετατρέπουμε σε ερινύες,
διαλέγουμε να 'μαστε άμαχες λείες.
Κάθε μυαλό βραχυκυκλώνει,
δεν είμαστε άνθρωποι είμαστε άβουλοι κλώνοι.
Η λευτεριά υφίσταται μόνο ως λέξη,
τα δεσμά μάς προκαλούνε έλξη.
Πολιτικοί, τράπεζες, μεγαλοαφεντικά
μας κατευθύνουν μεθοδικά,
μας στριμώχνουνε στης...

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2013

"Grande Peur" (Μέγας Φόβος)

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Έπαινος

Φοβάμαι...
...νύχτωσε...
και ο Ψαράς ταξιδεύει πάλι στη θάλασσα,
κουνώ τα κουπιά
και μαζί φτιάχνουμε χάρτινα καραβάκια
με εφημερίδες αντίκων...
τα αφήνουμε να κοιμηθούν στη θάλασσα
μα έρχονται οι Μέδουσες και τα βυθίζουν...
...και τότε κλαίω...
κλαίω και τα ψάρια με κοιτούν
πίσω από τα γυάλινα μάτια τους...

η θάλασσα γέμισε βυθισμένα καραβάκια
που αργοπεθαίνουν στάζοντας αίμα στα μαργαριτάρια
του βυθού...
έγινα μια χάρτινη ψυχή,
μια χάρτινη καρδιά που πεθαίνει
περισσότερο
όταν χτυπά...
(Μητέρα, αγκάλιασε τα κομμάτια Σου...)

φυσά ο άνεμος, τρέχουν οι λέξεις.
Μια θυσία:
Κολλώ τη σάρκα μου στη βάρκα
και κόβω με το κώνειο τον εαυτό μου,
το χάρτινο εαυτό μου,
τη χάρτινη ψυχή μου...
ένας ακόμη χαρτοπόλεμος
που βουίζει στον άνεμο ξυπνώντας
τη θάλασσα...

Θυμηθείτε...

Νεκταρία Μαραγιάννη

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Επιτάφιος Νους

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Έπαινος

Χρυσόδετο το χρονικό στον εαυτό μου έταξα,
μα έκλεισαν τα μάτια μου απ' των βαρβάρων τον κονιορτό.

Κι εσείς, βιαστικοί, χρόνο δε βρίσκετε για να κοντοσταθείτε.
Θαρρώ νομίζετε πως δεν κατέχω «αδρομέρεια» τι θα πει.
Κι όμως...
Μ' έμαθαν να λακωνίζω γιατί είν'το στόμα μου στυφό.
Ξερόβρυση-ξεροπήγαδο-ξεροπόταμος στο ξερονήσι του πνεύματος.
Κι έτσι όπως κατάντησα, αόμματος οραματιστής κι αόρατος εθελοντής σας λέω:

τι δημεγέρτης-τι δημοκόπος
τι λογοκρισία-τι λογοκλοπία
τι καιροφυλακτώ-τι καιροσκοπώ

Σ'αυτό το τρισάθλιο και τρισκατάρατο χρονικό της εξομοίωσης,
το χρηστό συναντά το κακόηθες ακριβώς στου δρόμου τα μισά,
στο στάσιμο ουδέτερο κι όμως σχεδόν καθολικά αποδεκτό. 
Κι είναι αυτή η απόλυτη ομοιογένεια και ουδετερότητα
που καθησυχάζει τους μη προικισμένους
κι ευνουχίζει τους προοδολάτρεις.
Κι όλο φουρτουνιάζομαι και πνίγομαι απ'την επιθυμία
την τελευταία- ίσως -επιθυμία:

να λιγνεύσω τα όνειρα
να λιανίσω τα ιδανικά
να λοιδωρήσω τα θεία
να λιθοστρώσω έτσι το άδοξο πεπρωμένο μου στο σκοτάδι
που με έριξαν και ρίχτηκα.

Σου λέω:
Τι κι αν πασχίζεις να μπλετίσουνε τα μάτια μου...
Δεν έχει για μένα ουρανό.
Μου 'παν κάποιοι κάποτε πως τα οράματα πεθαίνουν όταν οι βάρβαροι αλυσοδέσουν τον οραματιστή.
Εθελούσια κωφεύω.
Επιτάφιος Νους.
Αποδεκατίζομαι.

Χριστίνα Σιζοπούλου

Ενάντια σε κάθε προσδοκία

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Γ' βραβείο
Στην έρημο της προσμονής,
άνθισαν λέξεις.
Έσταζε ο πυρετός μελάνι
και το λευκό χαρτί
γεννούσε εαυτούς,
που τρυφερά το άπιαστο
ερωτεύονταν.
Τα δάχτυλα καρφώνανε χρησμούς
στο μισοσκόταδο
και ψηλαφίζαν φοβισμένα,
μήπως πιστέψουνε στ' αλήθεια.
Τη λησμονιά δεν την ανέχτηκα.
Την περιπέτεια σμίλεψα
στων τραγουδιών τη λάσπη.
Τούτο το κόσμημα περίσωσα,
παραμερίζοντας το περιττό.
Τη μοίρα τέλεια ειρωνεύτηκα
κι ακόμα ανασαίνω.
Αντωνόπουλος Νίκος

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Παυσίπονο

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Γ' βραβείο

Πιες ένα χάπι, άμα θέλεις πιες και δύο.
Τι κι αν κυοφορεί η καρδιά ανθισμένο χάος.
Τι κι αν κι αν μας λοιδορεί η Άνοιξη με τις ψευτιές της
Εδώ κι ένα εκατομμύριο χρόνια το φως γνωρίζει ότι όλα είναι δρόμος.
Σαν προσομοίωση του τίποτα χάσκει αυτός ο λάκκος.
Πες σύμπτωση ετούτη τη βροχή.
Μία τυχαία φήμη που διέψευσαν τα ουράνια τόξα.
Το δάκρυ ενός ωκεανού κλεμμένο από μία νεράιδα λιακάδα.
Στις μυγδαλιές των στίχων, σκληρά να γρατζουνούν
τα ανθισμένα γράμματα, των αποσιωπητικών οι ρόζοι.
Δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς, ο πόνος έρχεται αθόρυβα σαν κύμα,
σα γομολάστιχα που σβήνει αμεριμνησίες.
Απλά θέτεις τα δάχτυλα επί τον τύπο των ήλων.
Στο Γολγοθά μίας σελίδας ένα κόμμα σταυρωμένο
να μετεωρίζεται από αύρες νοημάτων, στην άκρια μιας λέξης.
Μια στιγμιαία παύση, πριν συνεχιστεί του μάταιου η ξέφρενη γιορτή.
Μονάχα οι ανέραστοι μπορούν να κλάψουν για μιας ηλιαχτίδας το σαράκι,
όταν με χέρια ανάερα αγγίζει τις μανόλιες.
Κι εσύ θ' ανάψεις το τσιγάρο σου και θα ρωτήσεις,
αν έχουν χέρια οι ηλιαχτίδες.
Όχι δεν έχουν, μα χαϊδεύουν πιο περίτεχνα κι από των αηδονιών το σφιχταγκάλιασμα.
Πιες ένα χάπι, άμα θέλεις πιες και δύο.
Απόψε θέλω να γελάς και να χορεύεις, να με κοιτάς,
όπως θα έχω κουρνιάσει στον ώμο της αστροφεγγιάς.
Θα ρίχνω πεφταστέρια για να είσαι ευτυχισμένη.
Να θυμηθείς, τ' ακούς, τον ήλιο να μου χαιρετήσεις το πρωί.
Κι αν έχει καταχνιά διάβασε φωναχτά αυτό το ποίημα.
Η θλίψη του σαν υδρογονοβόμβα όλα να τα λιώσει.
Και μην απολογείσαι για τα λασπωμένα μας φιλιά.
Η λήθη είναι η καλύτερη συγνώμη.


ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΥΡΟΒΟΛΑΚΗΣ (ΧΑΝΙΑ)

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Οι εποχές αλλάζουν

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Β' βραβείο
Γλιστρά η σκέψη σε όχημα ακαθόριστο
γεφύρια περνά, βουνοκορφές, πάνω από πανύψηλες αντένες
βυθίζεται σε μονοπάτια άγνωστα
αποκάνει κι αποκοιμιέται με το νανούρισμα ενός ρυακιού.
Μια θηλιά από αγκίστρια ματώνει ένα όνειρο
γύρω αλαλάζουν φιγούρες με γραβάτες
και χρυσοποίκιλτα σύμβολα.
Οι εποχές αλλάζουν κάθε χρόνο
μόνο η πορεία τους δεν είναι ίδια
η άνοιξη έρχεται με ευωδιές από άνθη
όλο και πιο λίγοι ανταποκρίνονται στο κάλεσμα
οι άλλοι μέσα σε καπνούς αποτσίγαρων
σφαγιάζουν αμνούς προσφερθέντες από κερδοβόλα πέτρινα βλέμματα
με κομβικά σημεία στα πίσω του κεφαλιού τους
και σχέδια βγαλμένα από υπολογιστές απόρρητους.
Συνεχίζουν τις σπονδές και τις θυσίες.
Στης ευδαιμονίας το βωμό τα παιδιά τους,
την πίστη του Αβραάμ μιμούμενοι.
Στην τελετή τούτη τη φορά
ο από μηχανής θεός δεν παρευρίσκεται.
Λέξεις και στόματα από χρόνια αναμνήσεων
με αγουροξυπνούν και ας είναι σούρουπο
αναμιγνύονται με αυθόρμητα μοντέρνα ακούσματα
όλα μαζί υποκλίνονται σε μια φθαρτή θεότητα
που εξαϋλώνεται στην πρώτη αναχαίτιση της φαντασίωσης.
Προς το παρόν υπομένω
των επιβατών την άμοιρη μοίρα
με αλλόκοτες λέξεις από γλωσσικά ιδιώματα ψιθύρων.
Μπροστά στέκομαι όρθιος κι ας σε πλήγωσα
στο δίλλημα σκύβεις ή πεθαίνεις διαλέγω το θάνατο
κι όταν υψώνω το τοίχος της παιδικής ψυχής
από το φόβο και το πάθος νικά το πάθος.
Ε. Καστρινάκης

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Δισχιλιετής Διαπλοκή

Aπ' τις κολώνες που κρατούν
ψηλά την κοινωνία
μια είν' η Δικαιοσύνη μας
και μια η Εκκλησία.
Κι είναι παράδοσις τρανή,
το λέει κ’ η Ιστορία
να 'χουν συναμετάξυ τους
αλληλοβοηθεία.
Κι έτσι σταυρώσαν το Χριστό,
τον κάναν αρχηγό τους
και τον ετοποθέτησαν
κι οι δυο ως λάβαρό τους.
Κι έκτοτε η ιστορία τους
είναι περιπλεγμένη,
δυό πόδια εις τον Παράδεισο
και δυο στην Οικουμένη.
Η μια δίδει συχώρεση,
δίδει αθανασία
κ' η άλλη της δίδει επί γης
τρανή περιουσία.
Και ο αρχαίος...

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013

Σιωπή

Τιμή όπου στους ώμους τους κρατούνε,
όσα από πάνω μας τινάξαμε εμείς·
τιμή που την αλήθεια για να πούνε,
το δρόμο πήρανε της σιωπής.
Εκεί ΄ναι η σιωπή που ανεβαίνει,
τρισεύγενη του Λόγου αδερφή,
δώρο ακριβό κρατώντας την αλήθεια,
που μάτι δεν αντέχει να τη δει.
Και μοιάζουν μίζερες ψυχές και ξεχασμένες
τόσο που άνθρωπος δε θέλει να τους δει
και ΄μεις τους μετατρέψαμε τις μέρες,
σε μια απέραντη και κρύα φυλακή.
Βαγγέλης Γ. Κοσμάς

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Λες να ’χει ελπίδα;

Τ’ όνειρο ηλιόσφαιρα. Πώς να το πιάσεις;
Τα "θέλω" υβρίδια σε θερμοκήπια
μεταλλαγμένα.
Το φως ακάλυπτο γυρεύει γύμνια
να ζευγαρώσει,
μα εμείς ντυμένοι με τη ντροπή,
ψάχνουμε φύλακες πού ’χουν τη γνώση
να μας πλανέψουνε σε φυλακή.
Μοχθούν τα χνώτα μας να τ’ ανεχτούμε
με λόγια αγάπης, άσφαιρες σφαίρες.
Γιατί Θεέ μου, τόσο σκοτάδι
στο φως του Έλληνα να ’χει κρυφτεί
κι έτσι η καρδιά μας όλο φοβέρες
να κυνηγάει για να λιαστεί;
Διπλά Αγήματα, θύτες και θύματα
σε καθώς πρέπει βηματισμό
πάνε το "αύριο" να εξευμενίσουν
με αποτρόπαιο συμβιβασμό.
Στο πάρε δώσε χρήμα και όνομα
σε υπεραυτόματη συναλλαγή.
Μες σε καθρέφτες και μπιζουτιέρες
τρέχει η ζωή μας να στολιστεί.
Για ’κεί που τ’ όνειρο κι η αγάπη γνέφει,
λες να ’χει ελπίδα να πάει η ψυχή;
Mάρω Βουδούρογλου Βλαχάκη

Τετάρτη 5 Ιουνίου 2013

Δολοφόνος ο υλισμός...

Εγκληματικό πρωινό Δευτέρας
μοιάζεις με αδηφάγο τέρας,
το ξυπνητήρι αυτουργός
και η ανάγκη συνεργός.
Σηκώνομαι απ' το κρεβάτι
μα δεν ανοίγει μάτι,
η διάθεση μουντή,
να ΄τανε Παρασκευή...
Ρούχα πρέπει να διαλέξω
να μην είμαι σαν το λέτσο,
βγαίνω έξω απ' το σπίτι,
η μυρωδιά σπάει τη μύτη
της αποσύνθεσης αυτής της κοινωνίας
αναμειγμένη με αυτή της βίας.
Βία είναι να πηγαίνω στη δουλειά,
να ξυπνάω απ' τις εφτά,
να μην υπάρχει κάτι δημιουργικό,
να τρέμω το αφεντικό.
Η απόλυση κοντά μου
σήμερα ίσως είναι η σειρά μου.
Το μυαλό μου αλλάζει ρότα, 
δεν περνάω καν την πόρτα,
παραιτούμε απ' τη σκλαβιά μου,
δίνω χώρο στα ονειρά μου,
μια στιγμή και λίγο θάρρος
και πετάω αυτό το βάρος.
Το έγκλημα αποκαθαιρώ,
πρώτη φορά κοιτάω ουρανό,
τη βρωμιά δεν τη μυρίζω
και τον ένοχο γνωρίζω,
χρήμα - δουλεία - καπιταλισμός,
δολοφόνος ο υλισμός.

Aνέμη