Στου πόθου τ’ ομορφότερο λιμάνι
αγνάντευες θλιμμένη το νερό.
Ό,τι έχασες κι ό,τι σε βρήκε πάλι
τα φόρτωσες στον άδικο καιρό.
Κι αν ήταν καλοκαίρι ονειρεμένο,
μια ανάμνηση του πιο τρελού κεφιού,
φθινόπωρο το βρήκε λυπημένο
να πνίγεται απ’ τις στάλες του ουρανού.
Στου πόθου την πιο όμορφη ιστορία
αφέθηκε η ψυχή σου εξαρχής,
μα χάθηκε το μέτρο στην πορεία
και ήρθε το φθινόπωρο νωρίς.
Κι αν ήταν η χαρά που τη μεθούσε
κι οι πιο ζεστές του νου ακρογιαλιές,
μια δύναμη απ’ την άκρη την τραβούσε
να κλείσει στο συρτάρι τις στιγμές.
Στου πόθου τ’ ομορφότερο αστέρι
ταξίδεψες τη σκέψη σου ξανά
κι αν χάθηκε νωρίς το καλοκαίρι,
φθινόπωρο πάλι άνοιξες φτερά.
Κι αν φύλαγε η βροχή να τα ξεκάνει
και φυλακή να κλείσει τη φυγή,
στου πόθου το ομορφότερο λιμάνι
ξεκλείδωσε η αγάπη τη ζωή.
Γ' ΒΡΑΒΕΙΟ
Στέλλα Πετρίδου