Γράφει ο
Παναγιώτης Γρ. Σταμούλης
Παιδίατρος
Ο νέος κορωνοϊός δημιούργησε μια ψυχιατρική κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την οποία δεν μιλούν πολλοί. Στην αρχή το «ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ» το είδαμε σαν μια ενοχλητική, αλλά αναγκαία κατάσταση. Πολλοί προσπάθησαν ακόμα και να το διασκεδάσουν εντοπίζοντας τις θετικές πλευρές του περιορισμού (χαλάρωση από το καθημερινό στρες, αφιέρωση του χρόνου σε κάποια αγαπημένα πρόσωπα, ευκαιρία για ενδοσκόπηση και επαναπροσδιορισμό, δυνατότητα παρακολούθησης ταινιών, διάβασμα βιβλίων, απόλαυση μουσικής, κλπ). Όμως, με το πέρασμα των ημερών και την αυστηροποίηση των μέτρων, γρήγορα συνειδητοποιήσαμε ότι ο μακροχρόνιος εγκλεισμός εν μέσω καταιγισμού τραγικών ειδήσεων που σπέρνουν την πανδημία του τρόμου, δεν ήταν καθόλου, μα καθόλου διακοπές. Η ανεπαρκής και αντιφατική ενημέρωση, συμπεριλαμβανομένης της ασάφειας γύρω από τα μέτρα προστασίας (θυμάστε το αλαλούμ με τη χρήση μασκών και όχι μονό) δημιούργησαν και συνεχίζουν να δημιουργούν περισσότερο άγχος και ανασφάλεια.
Από την στιγμή που η καθημερινότητα περιορίστηκε στα λίγα τετραγωνικά του σπιτιού –πολλοί δεν έχουν την πολυτέλεια να ζουν σε μεγάλα σπίτια– αυτόματα αποκόπηκαν από τις συνήθειες και τις δραστηριότητες που είχαν επιλέξει στον ελεύθερο χρόνο τους με στόχο την προσωπική αυτοβελτίωση, την υγεία και την ψυχοπνευματική τους ισορροπία. Πανικόβλητες οι αρχές έκλεισαν τις λίγες νόμιμες βαλβίδες ανάσχεσης που είχαμε, όπως μοναχικές βόλτες στα πάρκα, στις παραλίες και στην εξοχή. Απαγόρευσαν ακόμα και τα χειμερινά μπάνια, όταν δεν υπήρχε καμιά περίπτωση συνωστισμού στις παραλίες.
Εξ αιτίας του εγκλεισμού άρχισαν να αυξάνονται ευρέως τα συναισθήματα δυσπιστίας, θλίψης και νευρικότητας σε μια κοινωνία που μόλις είχε βγει από την ψυχική δοκιμασία της προηγουμένης οικονομικής κρίσης. Το συλλογικό άγχος είναι σε όλους αντιληπτό, ενώ η δυσπιστία σε όσους δεν σέβονταν τους επιβεβλημένους κανόνες αποτέλεσε πηγή έντασης και επιθετικότητας μεταξύ των πολιτών. Για πολλούς αυτή η απομόνωση δεν ήταν απλά κάτι δυσάρεστο ή μελαγχολικό. Ήταν το «μαύρο φίδι» του οποίου τα δάγκωμα άφησε πληγές που δύσκολα θα κλείσουν.
Η καταστολή που βιώνουμε είναι πρωτοφανής και αδιανόητη για την σύγχρονη τεχνολογική εποχή. Δεν έχουμε την ακριβή εικόνα για το πώς βίωσαν και εξακολουθούν να βιώνουν τον εγκλεισμό εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο, αλλά παλαιότερες μελέτες μπορούν να μας διαφωτίσουν σχετικά με την ψυχολογική επίπτωση των καραντινών. Έτσι, μια ερευνά που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην ιατρική επιθεώρηση Lancet και αφορούσε μια άλλη επιδημία κορωνοΐου (SΑRS) την περίοδο 2003 – 2005, αποκαλύπτει ότι καραντίνες ακόμα και 10 ημερών μπορούσαν να οδηγήσουν σε μακροχρόνιες επιδράσεις σε άτομα με εύθραυστο ψυχισμό ή που ήδη έπασχαν από κάποια ψυχοπαθολογία. Ακόμα και 3 χρόνια μετά την καραντίνα συνέχιζαν να εμφανίζουν συμπτώματα του μετατραυματικού στρες, κατάχρηση αλκοόλ, ηρεμιστικών και παρανόμων ουσιών. Για να μην αναφέρω τον φόβο της κοινωνικής επαφής που αποκτήσαμε όλη αυτή την περίοδο του εγκλεισμού και που συνεχίζεται, δυστυχώς, να καλλιεργείται, καθώς οποίος μας πλησιάζει σε απόσταση μικρότερη των 2 μέτρων είναι δυνητικός εχθρός.
Επιδημική εξάπλωση της μικροβιοφοβίας και υποχονδριάσεις
Η τερατοποίηση του covid 19 με την εξωπραγματική θνησιμότητα που του αποδόθηκε αρχικά, οδήγησε πολλά άτομα σε ακραίες και τραγικές συμπεριφορές. Πρόσφατα διάβασα πως κάποιος που βρέθηκε θετικός στον κορωνοϊό αυτοκτόνησε για να μην κολλήσει την οικογένεια του. Είναι ενδεικτικό της ψύχωσης που δημιουργείται στον κόσμο με αυτή την τακτική της τρομοκρατίας. Επιπλέον, εκείνοι που είχαν μείνει σε καραντίνα λόγω νόσησης γνώρισαν συχνά την απόρριψη και την αποφυγή από τους άλλους και αντιμετωπίστηκαν με φόβο και καχυποψία. Σε πολλές περιπτώσεις ζητήθηκε από θετικά στον κορωνοϊό άτομα να παραιτηθούν από την εργασία τους ή να μετακομίσουν σε άλλη γειτονιά ή πόλη.
Το στίγμα
Σαν να μην είχαμε πολλά στίγματα να ξεπεράσουμε, τώρα προστέθηκε και το στίγμα του κορωνοϊού. Το στίγμα υπέθαλπε, βεβαία, διαχρονικά εκείνο το κοινωνικό πεδίο στο οποίο οι πολλοί υγιείς «εξωστρακίζουν» τους παράταιρους λίγους. Σήμερα, στιγματίζονται ως «αρνητές» και «συνομοσιολογοι» όσοι τολμούν να αμφισβητήσουν με επιστημονικά επιχειρήματα τα υπερβολικά μετρά που οδηγούν στην οικονομική εξαθλίωση και την ψυχοσωματική κατάρρευση ολόκληρης της κοινωνίας. Η λογοκρισία και η ποινικοποίηση της κριτικής σκέψης είναι ένας πρόσθετος παράγοντας ψυχολογικής βίας που εξασκείται σήμερα σε οποίον τολμά να υποβάλει εύλογα ερωτήματα η να διατυπώσει ενστάσεις ακόμα και επιστημονικά τεκμηριωμένες.
Δογματικός σκοταδισμός
Αν η Πολιτεία ενδιαφερόταν πραγματικά για την ορθή και αντικειμενική ενημέρωση των πολιτών, δεν θα κατέφευγε σε μονόδρομες ανακοινώσεις των κυβερνητικών ειδικών, αλλά θα επιδίωκε τον δημόσιο διάλογο με όλους τους καταξιωμένους επιστήμονες. Η επιστήμη προάγεται διαχρονικά μέσα από την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, διαλεκτική αντιπαράθεση απόψεων και αμφισβήτηση παλαιοτέρων αντιλήψεων και όχι μέσα από τον φοβικό δογματισμό και την δαιμονοποίηση των διαφωνούντων.
Οικονομικές επιπτώσεις
Η απώλεια εργασίας και εισοδήματος επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο τις ψυχολογικές συνθήκες. Οι γυναίκες και οι νέοι μεταξύ 16 και 24 ετών φαίνεται να επηρεάζονται περισσότερο από τις ψυχολογικές επιπτώσεις της καραντίνας. Όσον αφορά αυτούς που πάσχουν από σοβαρές ψυχικές ασθένειες, όπως αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, σχιζοφρένεια και διπολικές διαταραχές, η επιβάρυνση τους ήταν ακόμα πιο σοβαρή. Ο περιορισμός των ανθρωπίνων σχέσεων και των θεραπευτικών επαφών, εύκολα κλονίζει την ισορροπία τους. Υπήρχαν πολλές αυτοκτονίες και ψυχωσικά επεισόδια την περίοδο της καραντίνας, τα οποία δεν ανακοινώθηκαν ποτέ από τα χειραγωγούμενα ΜΜΕ. Πολλοί άλλοι με σοβαρές παθήσεις πέθαναν αβοήθητοι γιατί δεν τόλμησαν από τον φόβο της μόλυνσης να ζητήσουν ιατρική βοήθεια στα νοσοκομεία. Τον συνολικό αριθμό όλων αυτών των θανάτων δεν θα τον μάθουμε ποτέ.
Ενδοοικογενειακή βία
Στις οικογένειες με σοβαρή δυσλειτουργία παρατηρείται κατά την διάρκεια της καραντίνας σημαντική αύξηση της σωματικής και λεκτικής βίας. Κακοποίηση ανηλίκων χωρίς την δυνατότητα πρόσβασης σε εξωτερική βοήθεια. Η αύξηση των ψυχικών αναγκών στήριξης δύσκολα μπορεί να καλυφθεί λόγω των σοβαρών περικοπών στην υγειονομική περίθαλψη που έχουν επηρεάσει σημαντικά τις ψυχιατρικές κλινικές και τα κέντρα ψυχικής υγείας. Σε αυτό προστίθεται και η οικονομική κατάρρευση που προκαλείται από την καραντίνα, η οποία στερεί από πολλούς τους οικονομικούς πόρους που είναι απαραίτητοι για την πληρωμή της θεραπείας στον ιδιωτικό τομέα.
Ιδιαιτέρα προβλήματα αντιμετωπίζουν ηλικιωμένα άτομα που ζουν μόνα και δεν έχουν κοντινούς συγγενείς, αλλά και άτομα σε γηροκομεία που απομονωθήκαν από τους οικείους τους. Οι άνθρωποι που έχασαν συγγενικά τους πρόσωπα ΑΠΟ η –συνηθέστερα – ΜΕ κορωνοϊό κατά την περίοδο της καραντίνας υπέστησαν και άλλη μια επιπρόσθετη ψυχολογική επιβάρυνση καθώς δεν τους επετράπη να απαλύνουν το πένθος τους με την παραδοσιακή θρησκευτική τελετή και την κοινωνική συμπαράσταση. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις οδηγίες των αρμοδίων υπηρεσιών, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να αποδώσουν τον τελευταίο ασπασμό, αλλά ούτε να αντικρίσουν για ύστατη φορά τον αγαπημένο τους. Χωρίς την καθιερωμένη νεκρώσιμη ακολουθία ο αποθανών διαβάστηκε στο μνήμα και ενταφιάστηκε βιαστικά με την παρουσία μέχρι 5 συγγενών. Αυστηρά, όμως, ήταν και για τις κηδείες όσων πέθαναν από αλλά αιτία, αλλά και για τα υπόλοιπα μυστήρια καθώς τα κορονοφοβικά μετρά δεν επέτρεπαν συναθροίσεις.
Αβεβαιότητα
Πέρα από την καραντίνα, μεγάλη ψυχολογική επιβάρυνση προκαλεί και η αβεβαιότητα για το μέλλον. Ουδείς μας διαβεβαιώνει πότε θα τελειώσει αυτή η ιστορία. Πόσο ακόμα θα διαρκέσει. Ποτέ θα κυκλοφορήσει το εμβόλιο στην χώρα μας και ποσό ασφαλές και αποτελεσματικό θα είναι αυτό. Όλη αυτή η αβεβαιότητα τσακίζει την ψυχολογία του κόσμου.
Ο κόσμος, ως μη ειδικός, είναι λογικό να βρίσκεται παραζαλισμένος και φοβισμένος με όλα αυτά τα τρομοκρατικά που ακούει, τα οποία έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την καθημερινή του εμπειρία. Αν κλείσουμε την τηλεόραση δεν θα καταλάβουμε ότι υπάρχει κάποια «πανδημία» γύρω μας. Η εικόνα που μας παρουσιάζουν ως επίσημη και αδιαμφισβήτητη «μπάζει» από παντού.
Καθήκον των γιατρών και των επαγγελματιών υγείας είναι η κατανόηση της νέας επιδημίας και ιδίως η αξιοποίηση των θεραπειών που αποδεικνύονται χρήσιμες για την διάσωση πολλών ανθρώπινων ζωών πέρα από τα αμφισβητούμενα και πολυδιαφημιζόμενα εμβόλια που παράγονται με εκπληκτική βιασύνη, ρισκάροντας την ασφάλεια τους.
Επίλογος
Απαιτείται διαφάνεια, δημοκρατικός διάλογος και δυνατότητα ορθής ενημέρωσης του κοινού και όχι ο στιγματισμός επιστημόνων μόνο και μόνο γιατί τολμούν να εκφράσουν την δική τους διαφορετική άποψη. Μόνο με τον ανοιχτό, επιστημονικό διάλογο μπορεί να εξασφαλιστεί η ορθή υγειονομική αντιμετώπιση αυτής της κρίσης, χωρίς την λήψη ακραίων μέτρων που έχουν πολύ πιο σοβαρές επιπτώσεις από την ίδια την επιδημία.